Θύματα κακοποίησης & βίας
Ψυχολογικές επιπτώσεις
Από τη Γεωργία Τριανταφύλλου
Σύμβουλο Ψυχικής Υγείας – Ψυχοθεραπεύτρια
Η κακοποίηση είναι «η άσκηση βίας με σκοπό την επιβολή ελέγχου ή την υποταγή» (Κούρια). Πρόκειται για επιθετική συμπεριφορά που έχει ως συνέπεια της το τραύμα, τον πόνο, το φόβο, τη δυσφορία, την ενοχή και έχει πολλές αρνητικές συνέπειες για το άτομο που την υφίσταται. Στις περιπτώσεις όπου υπάρχει κακοποίηση παρατηρείται και ανισορροπία δυνάμεων ψυχική ή σωματική. «Αυτός που κακοποιεί αισθάνεται ή και είναι πιο ισχυρός από αυτόν που κακοποιείται, ο οποίος νιώθει ανήμπορος να αντιδράσει» (Κούρια). Με αυτό τον τρόπο δημιουργούνται οι θύτες και τα θύματα. Η κακοποίηση μπορεί να είναι συναισθηματική, σωματική ή σεξουαλική και αποτελεί ένα φαινόμενο με σοβαρές ψυχολογικές και κοινωνικές επιπτώσεις (Κονταξάκης, 2008). Οι μορφές αυτές μπορεί να εμφανίζονται μεμονωμένα ή να συνυπάρχουν.
Ένα παιδί που κακοποιείται εμφανίζει τις περισσότερες φορές δυσκολίες προσαρμογής στην καθημερινότητα του καθώς επίσης και προβλήματα συμπεριφοράς. Εκφράζει φόβους για τη δική του ασφάλεια αλλά και των υπολοίπων και συναντά δυσκολίες στην ανάπτυξη αισθήματος εμπιστοσύνης στους γύρω του. Πολλές φορές εμφανίζει μετατραυματικό στρες, διαταραχές διάθεσης ή ανάπτυξης της προσωπικότητάς του. Στο σχολείο τείνει να απομονώνεται από τους συνομήλικους του και αναπτύσσει το συναίσθημα της ντροπής. Έχει τάση μυστικοπάθειας και η επίδοση του μειώνεται εξαιτίας μαθησιακών δυσκολιών που εμφανίζονται. Επιπλέον έχει υψηλά επίπεδα άγχους, νιώθει συνέχεια φόβο και αντιμετωπίζει προβλήματα με τον ύπνο βλέποντας συχνούς εφιάλτες. Αισθάνεται ότι κανείς δεν μπορεί να το βοηθήσει και ότι η κατάσταση που βιώνει δεν πρόκειται να αλλάξει. Μεγαλώνοντας δυσκολεύονται να αναπτύξουν υγιείς διαπροσωπικές σχέσεις και όταν γίνουν γονείς είναι ανεπαρκείς (Κούρια).
Όταν τα παιδιά γίνουν μάρτυρες περιστατικών κακοποίησης τότε πιθανότατα να πάρουν το ρόλο του «προστάτη» προσπαθώντας να παρέμβουν ώστε να σώσουν αυτόν που κακοποιείται. Αυτό μπορούν να το κάνουν με ποικίλους τρόπους όπως για παράδειγμα να εμπλακούν τα ίδια στη βία, αρνούνται να αφήσουν μόνο του το θύμα, το παροτρύνουν να φύγει από το σπίτι για να γλιτώσει κλπ. Συχνά αυτά τα παιδιά εμφανίζουν σχολική άρνηση καθώς φοβούνται ότι όταν φύγουν η μητέρα τους μπορεί να κακοποιηθεί. Υπάρχουν πολλές πιθανότητες να γίνουν και τα ίδια βίαια καθώς θεωρούν τη βία ως συνήθη συνθήκη μεταξύ των ατόμων. Τα επίπεδα άγχους και φόβου είναι ακόμα υψηλά όπως συμβαίνει και με το παιδί που κακοποιείται. Αυτό συμβαίνει γιατί όντας μάρτυρας σε ένα περιστατικό κακοποίησης κάποιου άλλου, κακοποιείται συναισθηματικά και το ίδιο το παιδί (Κούρια).
Τα άτομα που έχουν κακοποιηθεί αναπτύσσουν μετατραυματική διαταραχή. Αυτή η κατάσταση κατά την οποία το άτομο προσπαθεί να αποφύγει οτιδήποτε του θυμίζει την τραυματική εμπειρία. Τα συμπτώματα αυτής της κατάστασης είναι «αναδρομές στο παρελθόν, διαταραχές ύπνου, κρίσεις πανικού, ευερεθιστότητα, σεξουαλική δυσλειτουργία, κατάθλιψη και αυτοκαταστροφικές σκέψεις» (Κονταξάκης, 2008).
Τα παιδιά που είναι θύματα εκφοβισμού και βίας στο σχολείο νιώθουν «έντονο άγχος, αισθήματα ανασφάλειας, αποκτούν φοβίες, παρουσιάζουν σχολική άρνηση, απουσιάζουν συχνά από το σχολείο, οδηγούνται σε σχολική αποτυχία, εμφανίζουν μαθησιακές δυσκολίες, ψυχοσωματικά προβλήματα όπως για παράδειγμα πονοκεφάλους, πόνους στην κοιλιά, διαταραχές ύπνου, ενούρησης και κατάθλιψη». Τα παιδιά που είναι θύτες αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να αποβληθούν από το σχολείο, να διακόψουν τη σχολική τους φοίτηση και εμφανίζουν τάσεις φυγής από το σπίτι. Συχνά εξελίσσονται σε ενήλικες με αντικοινωνική και παραβατική συμπεριφορά (Ε.Ψ.Υ.Π.Ε).
Όσον αφορά τις γυναίκες που πέφτουν θύματα βίας στο χώρος εργασίας οι συνέπειες για την ψυχική τους υγεία είναι οι ακόλουθες: «άγχος, κατάθλιψη, επιθετικότητα, αϋπνία, μελαγχολία και απάθεια, γνωστικές επιπτώσεις όπως προβλήματα συγκέντρωσης, ανασφάλεια και έλλειψη πρωτοβουλιών, μείωση ικανοποίησης στην εργασία και δέσμευσης στον οργανισμό, επικίνδυνη συμπεριφορά και αυξημένη ροπή προς τα ατυχήματα, επιβλαβείς συνήθειες όπως για παράδειγμα αύξηση καπνίσματος και κατανάλωσης αλκοόλ, κακή διατροφή, έλλειψη συγκέντρωσης και μείωση της αυτοπεποίθησης, προσωπική απόσυρση που συχνά οδηγεί στην κοινωνική απομόνωση, αρνητικές επιπτώσεις στην οικογενειακή και ιδιωτική ζωή, ανυπόφορη πίεση στις σχέσεις» (Mental Health Europe).
Οι γυναίκες που είναι θύματα ενδοοικογενειακής βίας βιώνουν συχνά «πονοκεφάλους, άσθμα, γαστρεντερικές διαταραχές, χρόνιους πόνους, αϋπνίες, χρόνια κόπωση, πόνους στα γεννητικά όργανα, στη λεκάνη και την πλάτη που προκαλούνται από το στρες και την υπερένταση, άγχος, φόβος, δυσκολία στον ύπνο, εφιάλτες, αίσθηση αδυναμίας, απόγνωση, μειωμένη αυτοεκτίμηση, ενοχές αναβίωσης της βίας, οξείες συναισθηματικές αντιδράσεις» (Θεοδώρου, 2004). Αποτέλεσμα της βίας είναι η αποδυνάμωση της κοινωνικής θέσης της γυναίκας που έχει ως συνέπεια να επηρεάσει αρνητικά βασικούς παράγοντες όπως για παράδειγμα η εργασία και μπορεί να οδηγήσει σε κατάθλιψη ή άλλες ψυχικές διαταραχές. Σταδιακά η γυναίκα οδηγείται στη θυματοποίηση.
Συνοπτικά από όσα περιγράφηκαν πρωτύτερα φαίνεται ότι οι ψυχολογικές επιπτώσεις των θυμάτων της κακοποίησης και της βίας είναι σχεδόν οι ίδιες είτε πρόκειται για ενήλικες είτε πρόκειται για παιδιά. Για αυτό το λόγο είναι σημαντικό να δοθούν κατευθύνσεις, ώστε να μειωθούν αυτά τα φαινόμενα στη σύγχρονη κοινωνία και τα θύματα που έχουν υποστεί κακοποίηση να μιλήσουν και να ζητήσουν βοήθεια. Με την κατάλληλη ψυχολογική υποστήριξη και κατεύθυνση, μπορούν να ζήσουν πιο ποιοτικά, χωρίς φόβο, ανασφάλεια και άγχος.
< Προηγούμενο | Επόμενο > |
---|